Σάββατο 6 Μαρτίου 2021

Για την Πανελλήνια Ημέρα κατά της σχολικής βίας και του εκφοβισμού

 


Λύχνου Πέπη

-Κυρα-Διευθύντρια, κακώς με φέρατε πάλι εδώ. Δεν χτύπησα εγώ το μυξιάρικο...

-Δημήτρη, δεν σε φώναξα, για να μου πεις, αν τον χτύπησες ή όχι. Ο λόγος είναι άλλος, πολύ σοβαρός. Χρειάζομαι τη βοήθειά σου!

Ο Δημήτρης σταματά να μασά την τσίχλα του. Βγάζει τα χέρια από τις τσέπες, τα μάτια του έχουν διασταλεί και κοιτούν με απορία.

-Ο Γιάννης έχει προβλήματα στο σπίτι. Οι γονείς του… δεν τα πάνε πολύ καλά.

Ο πατέρας του Δημήτρη εγκατέλειψε την οικογένειά του εδώ και χρόνια κι από τότε δεν έχει δώσει σημεία ζωής. Στο σχολείο δεν είναι λίγες οι φορές που συμπεριφέρεται επιθετικά. Η Διευθύντρια έχει βαρεθεί να τον καλεί στο γραφείο της, να τον συμβουλεύει, να τον νουθετεί. Οι τιμωρίες, οι ποινές, τα τηλεφωνήματα στη μητέρα του όχι μόνο δεν έχουν φέρει αποτέλεσμα αλλά οδηγούν σε ακόμα πιο επιθετική συμπεριφορά.

-Η μητέρα του Γιάννη φοβάται ακόμα και για τη ζωή του. Έχει βρει στο δωμάτιό του διάφορα ύποπτα αντικείμενα. Χρειαζόμαστε στο σχολείο κάποιον να τον προσέχει. Στα διαλείμματα, στις εκδρομές πρέπει να έχουμε ένα βλέμμα συνεχώς στραμμένο πάνω του. Τουλάχιστον μέχρι να δούμε πώς θα χειριστούν το θέμα οι γονείς και οι ειδικοί που βοηθούν την οικογένεια. Δημήτρη, το θέμα είναι σοβαρό. Μια οικογένεια που χωρίζει δεν μπορεί να είναι λόγος αρκετός, για να χαθεί μια ζωή, έτσι δεν είναι;

Ο Δημήτρης φτύνει την από ώρα αμάσητη τσίχλα, πλησιάζει τον Γιάννη που μυξοκλαίει από τρομάρα, του ισιώνει το μισοσκισμένο μπουφάν, βγάζει από την τσέπη του ένα πακετάκι τσίχλες. «Πάρε, ρε!»


Μιχαηλίδου Χριστίνα

Γεννήθηκε με μία μικρή χρονική καθυστέρηση γιατί ο γυναικολόγος είχε επέμβαση στο διπλανό χειρουργείο. Η μάνα του νόμιζε ότι αυτή ήταν η αιτία της περίεργης και ανεξήγητης συμπεριφοράς του. Οι γονείς του έτρεξαν σε γιατρούς και ψυχολόγους, το πόρισμα δυσλεξία και ανωριμότητα είπανε. Δεν κατάλαβαν πολλά πράγματα. Ούτε και ο ίδιος δεν καταλάβαινε.

Το μόνο που ήθελε είναι να τον αγαπούν και να σταματήσουν να τον μαλώνουν στο σπίτι, στο σχολείο, παντού. Για όλα, για το παραμικρό. Τίποτα δεν έκανε καλά πια; Όταν πήγε για καράτε που τόσο αγαπούσε, τον έδιωξαν κακήν κακώς επειδή δεν τα κατάφερνε στις κινήσεις. Το διάβασμα τού φαινόταν μαρτύριο και αυτή η ορθογραφία βουνό. Ήθελε να έχει φίλους, ήθελε να είναι και αυτός δημοφιλής στο σχολείο. Όμως η πλάτη του είχε καταντήσει σάκος του μποξ για τους άγριους και αιμοβόρους της τάξης του. Το ξύλο το είχε συνηθίσει, πονούσε αλλά με αυτό τον τρόπο νόμιζε ότι εξασφάλιζε μία θέση μέσα στην ομάδα των πολλών, ένιωθε πως συμμετέχει και αυτός στα παιγνίδια στο προαύλιο του σχολείου. Όσο εκείνος άντεχε, τόσο οι κακοί εξαγριώνονταν. Πετούσαν την τσάντα του αδειάζοντας το περιεχόμενο δεξιά και αριστερά. Μια μέρα του έσκισαν το καινούργιο του μπουφάν και μία άλλη γύρισε πίσω στο σπίτι με το μάγουλο γδαρμένο. Τότε η μάνα του έπιασε τα κλάματα και αυτός την παρηγορούσε. Την εμπόδισε να πάει σχολείο να φωνάξει, να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, αφού εκείνος δεν μπορούσε.

Μεγάλωσε, εξακολουθεί να αναζητά την αποδοχή, τη φιλία. Τουλάχιστον τώρα χωρίς ξύλο.


Ταμουρατζή Έλενα

Στάσου όρθια

Το ξυπνητήρι χτυπούσε επίμονα κι ο ήχος τρυπούσε το κουρασμένο από την αϋπνία μυαλό της. Η Ιωάννα το έκλεισε με βαριά καρδιά, σηματοδοτώντας έτσι την αρχή του τέλους. Από τη στιγμή που διέρρευσε το βίντεο, έτρεμε την ώρα και τη στιγμή που θα έπρεπε να ξαναπάει στο σχολείο. «Μα πώς την πάτησα έτσι;» αναρωτιόταν. Όμως, να… Αυτή η ανάγκη της να νιώσει λίγο επιθυμητή, λίγο ερωτεύσιμη, την έκανε να πιστέψει όλα τα ωραία λόγια που της έλεγε ο Κώστας. Την πολιορκούσε για καιρό κι επίμονα. Πού να φανταστεί το αθώο μυαλό της πως αποτελούσε αντικείμενο παιχνιδιού. Κι έτσι ανέμελη όπως ήταν, τον πίστεψε. Την πρώτη φορά που τη φίλησε ένιωσε τρισευτυχισμένη. Ύστερα άρχισε να γίνεται πιο απαιτητικός. Με αποκορύφωμα να της ζητήσει να «προχωρήσουν» περισσότερο. Πώς μπορούσε να σκεφτεί πως τη στιγμή που εκείνη «φρόντιζε» τον σύντροφο της, όπως πίστευε, κάποιος άλλος τραβούσε βίντεο που το ίδιο κιόλας βράδυ ανέβηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Ζούσε τον χειρότερό της εφιάλτη και δεν ήξερε πώς να βγει απ’ αυτόν. Η ζωή της είχε καταστραφεί. Οι γονείς της θα έχαναν τη γη κάτω από τα πόδια τους αν μάθαιναν τις «πομπές» της κόρης τους. Σκέψεις μαύρες άρχισαν να την πλημμυρίζουν. Ίσως αν έδινε τέλος στη ζωή της να έπαυε ο πόνος. Η μητέρα της, όμως, της είχε μάθει να στέκεται δυνατή απέναντι στις συνέπειες των πράξεων της και να τις αντιμετωπίζει. Σηκώθηκε, λοιπόν, αποφασισμένη να της μιλήσει και να ζητήσει βοήθεια. Εκείνη θα ήξερε τι να κάνει.


Τζιώτζιου Μαρία

«Σάντυ» όλοι

Όλοι είμαστε όπως είμαστε. Δεν αναρωτήθηκα ποτέ γιατί η Κατερίνα, η συμμαθήτριά μου, είναι αδύνατη. Ούτε παραξενεύομαι που ο Γιωργάκης είναι τόσο μικροκαμωμένος ή η Βάσω που είναι λιγομίλητη και ντροπαλή. Όταν παίζουμε στην αυλή, ο καθένας από αυτούς βάζει τα δικά του στοιχεία που μας κάνουν να περνάμε καλά. Ή όχι; Έχω μπερδευτεί. Είμαι παχουλή, γεμάτη ενέργεια και οι γονείς μου είναι από την Αλβανία. Εγώ γεννήθηκα εδώ στην Ελλάδα. Μεγαλώνω σαν Ελληνίδα. Η τάξη μου είναι φοβερή. Γεμάτη ατίθασα μυαλά! Η συμπεριφορά όμως ενός συμμαθητή μου μ’ έχει πληγώσει πολύ. Με αποτρέπει να παίξω μπάλα με τα άλλα παιδιά στο διάλειμμα. Όταν τον ρωτάω γιατί, μου απαντάει χωρίς να ντρέπεται ότι δεν θέλει να κάνει παρέα με χοντρές και Αλβανίδες.

Όταν το άκουσε αυτό η δασκάλα μου, της σηκώθηκε η τρίχα στην κυριολεξία! Δεν τα ανέχεται αυτά η κυρία. Κρατώντας την ψυχραιμία της (ένας θεός ξέρει πώς), έστειλε μια επιστολή σε όλους τους γονείς της τάξης λέγοντας ότι δεν επιτρέπει τέτοιες συμπεριφορές. Είναι ανάρμοστες, έγραφε, για μια ομάδα. Τι ωραία λέξη αυτή! Ομάδα! Ήμασταν ομάδα; Τη θετική απάντηση έδωσε η κυρία μου όταν είπε αυτά ακριβώς:

«Αν του Αριστείδη δεν του αρέσει η παρέα της Σάντυ επειδή είναι παχουλή, τότε καλό θα ήταν να ξέρει ότι την επόμενη μέρα της άσχημης συμπεριφοράς, όλοι θα "ντυθούμε" Σάντυ». Να βάλουν, δηλαδή, ένα μαξιλάρι, κάτω από την μπλούζα τους, μαζί και η κυρία. Τότε όλοι θα μοιάζουν με μένα κι έτσι ο Αριστείδης δεν θα έχει να παίζει ούτε να μιλάει με κανέναν μέσα στην τάξη ή στην αυλή, αφού όλοι θα είναι... χοντροί και Αλβανοί.

Συμφώνησαν όλοι και δεν άφησαν κανένα περιθώριο άρνησης αυτής της δράσης. Μου άρεσε που στήριξαν όλοι την πρόταση της κυρίας μου. Πιο πολύ όμως μου άρεσε που κανένας δεν ξανατόλμησε να με πει χοντρή.

Σκέφτομαι τη δύναμη της ομάδας και πόσο μεγάλη προστασία προσφέρει στις δύσκολες στιγμές κάποιου. Σ’ ευχαριστώ, κυρία που ξέρεις να ενώνεις τους ανθρώπους!

Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ!


Τσιπούρα Μάντυ

Ανασύροντας μνήμες

Μεσημέρι Οκτώβρη 13.20 μ.μ. Διαβαίνοντας το σοκάκι, η Μαρίνα αντιλήφθηκε πως στο προαύλιο του σχολείου ένα παιδί πεσμένο κατάχαμα προσπαθεί να σηκωθεί. Μια ομάδα πέντε έξι παιδιών από πάνω του, το εμποδίζει σπρώχνοντάς το κάτω ξανά. Παραπέρα πεταμένα γυαλιά μυωπίας και πιο κει σκόρπια βιβλία, μολύβια, τετράδια, σαν να τους έκαναν έξωση και βγήκαν σεργιάνι να ζητήσουν χάρη. Το γκρι του μπουφάν σκισμένο στον έναν ώμο, στον άλλο βαμμένο με μαρκαδόρους που χόρευαν πεντοζάλη. Ένας ξέπνοος λυγμός σύρθηκε απ’ το λεπτό του λαρύγγι εκλιπαρώντας με ψιλή φωνή να το αφήσουν ήσυχο. Καθώς η φωνή του έβγαινε πνιχτή αφήνοντας ένα ροζ γρέζι στ’ αυτιά τους, εκείνα το τραβολογούσαν και το κορόιδευαν. «Δεν πας σπίτι σου σήμερα, Τασούλα» φώναζαν γελώντας.

Τα δάκρυα έτρεχαν ασυγκράτητα θρηνώντας την πληγωμένη ψυχή που έπαψε πια να παρακαλεί αλλά είχε μείνει εκεί, τυλιγμένη στο αταλάντευτο κορμί του Τάσου. Η Μαρίνα έμπηξε τις φωνές κι όρμησε μέσα ουρλιάζοντας «Αφήστε τον ήσυχο, κτήνη!». Αμέσως άρχισε να τραβά φωτογραφίες με το κινητό της απειλώντας ότι θα τις πάει στην αστυνομία. Μεμιάς σκόρπισαν στους τέσσερις ανέμους σαν να τα χτύπησε ηλεκτρισμός.

Έσκυψε κι έπιασε απαλά το χέρι του δεκατριάχρονου αγοριού. Στα μάτια του είδε μια μαύρη λίμνη τρόμου με ανταύγειες πανικού και σπίθες απελπισίας. Το σώμα του ένα κουβάρι και η φωνή του είχε σβήσει. Το σοκ τον είχε παραλύσει. Ήταν η πιο τραγική στιγμή για κείνη. Είχε ταυτιστεί με το παιδί. Ζωντάνεψε πάλι η ίδια ιστορία, όταν πριν πολλά χρόνια, αυτή με μια παρέα έκαναν το ίδιο ακριβώς σ’ ένα άλλο παιδί. Τώρα έκλαιγε και για τα δύο.

Θεέ μου, πόσο κακό είχε κάνει τότε σε κείνο το παιδί;


Χατζηχάννα Έλενα

Κατηφόριζε προβληματισμένος τη Βούλγαρη με προορισμό το σπίτι του.

Μόλις πριν λίγο του ανακοίνωσαν ότι η Επιτροπή Διορισμών τον είχε αξιολογήσει ως τον καταλληλότερο για τη θέση του Διευθυντή στη Μονάδα σχολικού εκφοβισμού και ενδοσχολικής βίας του Υπουργείου. Αν και ένιωθε υπερήφανος για τον εαυτό του, είχε ελαφρώς τρομοκρατηθεί με την απρόσμενη αυτή εξέλιξη.

Μα πώς ήταν δυνατόν να συνέβαινε αυτό στον Γιωργάκη, τον κοκκαλιάρη, που κάποτε δεν τον έπαιρναν τα πόδια του να ξεφύγει απ’ τους νταήδεν του σχολείου, οι οποίοι θαρρούσαν ότι η δύναμη των ανθρώπων μετριέται με το κιλό. Ανήμπορος τότε να υπερασπιστεί τον εαυτό του καθόταν στωικά κάτω από τον μεγάλο Πλάτανο στη μέση του σχολείου αποδεχόμενος τους εξευτελιστικούς χαρακτηρισμούς που του απονέμονταν, αμαχητί. Το ξύλο που είχε φάει δεν περιγράφεται. Είχε θρέψει αυτός εγωισμούς και επάρσεις… ένα σωρό. Οι σωματώδεις συμμαθητές του τον προκαλούσαν, σχεδόν καθημερινά, σε αντρίκιες, τάχατες, αναμετρήσεις, προς επίδειξη των εξαιρετικών τους επιδόσεων.

Τότε ναι. Αλλά τώρα τα πράγματα είχαν αλλάξει γι’ αυτόν. Αξιόλογος επιστήμονας, διακεκριμένος ψυχολόγος, γνωστός για την ευαισθησία και το έργο του. Κι ας ήταν ακόμα, και κοκκαλιάρης, και μικροκαμωμένος.

Φτάνοντας σπίτι τον περίμενε η Φωφώ. Την είχε βρει έξω από την πόρτα του ένα χειμωνιάτικο βράδυ, πληγωμένη κι αβοήθητη, να νιαουρίζει σπαραχτικά.

«Αυτή η σχολική χρονιά, Φωφώ θα είναι ΜΟΝΑΔΙΚΗ» της είπε χαϊδεύοντάς τη στοργικά.

Μαθητές σε ρόλο πρεσβευτών.

Τι κι αν κάποιος είναι πλούσιος ή φτωχός, ψηλός, κοντός, λεπτός, χοντρός, μαύρος, άσπρος, κίτρινος ή ροζ….

«Πρεσβευτές Σεβασμού της Μοναδικότητας». Οι μικροί μου βοηθοί.

Μήπως να κάναμε το ίδιο και για τα γατάκια της γειτονιάς;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για τις μαμάδες της καρδιάς

  Γιαμουρίδου Κική Η λέξη «μητέρα» δεν αφορά μόνο τις γυναίκες που γεννούν ένα παιδί. Με το σπαθί τους χαρακτηρίζονται μανούλες κι εκείνες...