Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2021

Ο Δεκέμβρης καταφθάνει μ’ ένα κόκκινο παλτό…

 


Κοτσαύτη Γιώτα

Ένα ευχαριστώ για τον Δεκέμβρη

Ο Δεκέμβρης καταφθάνει μ’ ένα κόκκινο παλτό.

Μήπως είναι ο Αϊ-Βασίλης; Μήπως φέρνει αυτός τα δώρα;

Μήπως πέρα από το χιόνι κουβαλάει και γλυκά;

Κι όνειρα πασπαλισμένα με νιφάδες απαλές;

 

Έλα, φίλε μου Δεκέμβρη. Θα σου έχω εγώ στο τζάκι

μία κούπα σοκολάτα κι έναν κουραμπιέ αχνιστό.

Τίποτα δεν θα ζητήσω. Μόνο υγεία και αγάπη.

Τα παιδιά να μην πονούν. Ούτε πείνα να γνωρίσουν.

 

Έλα, βγάλε το παλτό σου. Καλώς ήρθες! Φχαριστώ!

 

Λεοκάτα Μελίνα

Ο Δεκέμβρης καταφθάνει μ’ ένα κόκκινο παλτό.

Μες στις τσέπες του κρυμμένα τα στολίδια για το δέντρο, τα πολύχρωμα λαμπάκια όλα με σειρά αναμμένα.

Μα και νόστιμα γλυκά, κουραμπιέδες και μελομακάρονα στα κουτάκια τους κλειστά.

Κουμπωμένα όλα όμως τ’ άσπρα του κουμπιά, για το κρύο και το χιόνι και τον άνεμο.

Προχωράει με βήμα αργό με χαμόγελο πλατύ, τελευταίος της χρονιάς και μ’ αναμνήσεις φορτωμένος.

 

Μακαριάν Μαριάννα

Στης πόλης τους ξέφρενους ρυθμούς ολόχρυσα φώτα γεμίζουν τα περβάζια.

Πράσινα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε.

Σκάνε σαν άνθη μέσα απ’ την κάτασπρη κουβέρτα.

Κι ο Δεκέμβρης καταφθάνει μ’ ένα κόκκινο παλτό.

Αχνίζει η πνοή του απ’ το κρύο και στέκει τον αέρα να μυρίσει.

Κανέλα, γαρίφαλο και μέλι.

Φορτώνει όλα τα δέντρα μας πολύχρωμα στολίδια 

και τραγουδά «Ω έλατο, ω έλατο,  μ’ αρέσεις, πώς μ’ αρέσεις!» 

με τις νιφάδες του χιονιού να κρύβουν τ’ αστέρια.

 

Μπόικου Θεοδώρα

Ο Δεκέμβρης καταφτάνει μ’ ένα κόκκινο παλτό και λευκό με ασημένιες ανταύγειες κασκόλ. Στο ένα χέρι κρατά δίσκο χρυσό με μελομακάρονα, κουραμπιέδες, φογάτσες, νούμπουλο για τους μερακλήδες και στο άλλο του το τρίγωνο για να καλαντίσει το Χριστός Γεννάται. Αλεξανδρινά και χειμωνάνθη δωρίζει στους αγρούς, και σπυρί σπυρί αντρειεύει η μέρα. Έλατα φωτεινά φέρουν αγγέλους ευχών και προσμονή. Φυσάει βοριάς Αγάπης, Ευτυχίας Αφθονίας με νύφες χιονιού. Κρύος και Γιορτάρης, Κόκκινος κι Αγαπησιάρης!

 

Χριστοφόρου Χριστόφορος

Πυκνή καπνιά απ’ την καπνοδόχο,

με μια όμορφη φωτιά να σιγοκαίει το γέρικο κούτσουρο,

περιμένουν ν’ απλωθεί ένα κάτασπρο χαλί,

μα ο Δεκέμβρης καταφθάνει μ’ ένα κόκκινο παλτό.

Μην είναι οι ζεστές καρδιές της προσφοράς

ή τα κόκκινα κυκλάμινα ενός ευτυχισμένου ξεχασμένου βράχου;

Μπορεί να είναι κι ο μανδύας ενός βασιλιά που τελειώνει η θητεία του;

Όμορφος μήνας καταφθάνει πασπαλισμένος με τη μαγεία του Αϊ-Βασίλη…

 

 

 

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

Καλώς όρισες, Νοέμβρη!

 


Κοτσαύτη Γιώτα

Ένα χαρούμενο παιδί που το λένε Νοέμβρη

«Καλώς όρισες, Νοέμβρη!» φώναξε η νεράιδα των μηνών και, κουνώντας το ραβδί της, σκόρπισε παντού τη μαγική της σκόνη. Τα φύλλα έγιναν πιο χρυσαφένια κι άρχισαν να στροβιλίζονται και να πέφτουν. Ένα χαμογελαστό αγόρι με κατακόκκινα μάγουλα, πολύχρωμο κασκόλ και σκούφο, ξεπρόβαλλε πίσω απ’ την καστανιά. Ήταν φορτωμένο με μια μεγάλη τσάντα γεμάτη δώρα. «Για τον Κοσμά και την Αργυρώ, τον Ταξιάρχη, τον Άγγελο και τη Μιχαέλα, τον Μηνά, την Κατερίνα, τον Στέλιο και τον Ανδρέα που γιορτάζουν!» είπε. Μαζί του είχε κι ένα βαρύ κλειδί. Για να τακτοποιήσει τις σοδειές στο κελάρι. Τα παχιά χαλιά και τις κουβέρτες τα είχε στρώσει αποβραδίς μες στο μικρό σπιτάκι του Χρόνου. Το τζάκι ήταν αναμμένο και το δωμάτιο μοσχοβολούσε μήλα ψητά.

«Καλώς όρισες, Νοέμβρη!» φώναξε η νεράιδα των μηνών και μπήκε μέσα να κεραστεί γλυκό κυδώνι.

 

Μακαριάν Μαριάννα

«Καλώς όρισες, Νοέμβρη.»

«Μας τα είπανε!» φώναξε εκνευρισμένος.

«Τι έπαθε πάλι και χτυπιέται;» Ο Ριτς, ο σκύλος, κοίταξε βαριεστημένα τη Μαγκιόρα τη γάτα.

«Κάθε φορά που τον καλωσορίζουν στο χωριό, μετά χαμογελούν ευτυχισμένα.»

«Ωραία και πού είναι το πρόβλημα;»

«Χαμογελούν γιατί μετρούν αντίστροφα για τον Δεκέμβρη. Τον άκουσα που έκλαιγε λέγοντας πως κανείς δεν τον θέλει.»

«Αν είναι και φέτος έτσι, πάλι δεν θα με ταΐζει. Έχω ιδέα, περίμενε εδώ!»

Μια ώρα πέρασε μέχρι να γυρίσει μαζί με τον Μάρκο, το αγόρι που καταλάβαινε τα ζώα. Ο Μάρκος χτύπησε την πόρτα που του έδειξε η γάτα.

«Πρέπει να περιμένεις μερικές μέρες ακόμα!» ξέσπασε ο Νοέμβριος. «Για να έρθει ο Αδελφός μου με τα Χριστούγεννα.»

«Τι σημασία έχει αν κάποιοι περιμένουν να έρθουν τα Χριστούγεννα; Υπάρχουν τόσοι που απολαμβάνουν κάθε μέρα σου. Κάποιοι πάντα θα περιμένουν κάτι, για να είναι χαρούμενοι. Έχουν βάλει όρια στην ευτυχία ανάλογα με τις ημερομηνίες κι εσύ ακούς εκείνους αντί να δεις εμάς που σ’ απολαμβάνουμε και γιορτάζουμε κάθε σου μέρα.»

«Άντε, να φάμε τίποτα φέτος, εγώ να δεις πως απολαμβάνω κάθε μέρα με γεμάτο στομάχι!»

«Αν και ο λόγος που το έκανες είναι εγωιστικός»

«Στομαχικός θες να πεις.» τον διόρθωσε.

«Μπράβο. Πώς του πάει του Νοέμβρη το ζεστό χαμόγελο μέσα στις κρύες του σκέψεις! Καλώς όρισες, Νοέμβρη!» γάβγισε ο Ριτς.

«Καλως σας βρήκα!»

Οι ουρές τους κοκκαλωσαν κι ο Νοέμβριος άρχισε να γελάει δυνατά πριν εξαφανιστεί μέσα στο σπίτι.

 

Μπιτή Αλεξάνδρα

Γλυκός Νοέμβρης

Είναι ο φθινοπωρινός αέρας πάντα αλλιώτικος, λες και ζηλεύει τους καλοκαιρινούς έρωτες και κλέβει τη χαρά τους. Νοέμβρης μήνας κι αυτή η εποχή μάς αποχαιρετά με τα τελευταία φύλλα των δέντρων να πέφτουν, κίτρινα, ξερά. Νεκρά κείτονται στο έδαφος περιμένοντας το χιόνι να τα σκεπάσει. Νοέμβρης μήνας και περνάει από μπροστά μας αδιάφορα, σχεδόν απαρατήρητα. Το κρύο που τρυπάει τα κόκκαλα μάς θυμίζει ότι ήρθε. Είναι εδώ σαν διαφήμιση που παίζει λίγο πριν από την ταινία με τίτλο «Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν». Κάνει την εμφάνισή του λίγο πριν τον μεγάλο καλλιτέχνη και γεμίζει την πίστα της γης με ζεστά κάστανα, ζουμερά ρόδια και κατακόκκινα μήλα. Νοέμβρης μήνας, που τριγυρνάει στα σοκάκια του χρόνου σαν σκιά του στολισμένου δέντρου. Μια πατερίτσα παραμάσχαλα στον γερασμένο χρόνο που φεύγει σιγά σιγά και περιμένεις να γιορτάσεις τον καινούργιο που έρχεται.

Μα αυτός ο αέρας του Γλυκού Νοέμβρη σού γεννάει την προσμονή του καινούργιου, του διαφορετικού που πλησιάζει. Σου φέρνει μνήμες από μιαν αγάπη παλιά αλλά παντοτινή, Μιαν αγάπη που έχασες αλλά υπάρχει στην καρδιά σου, μέχρι να σταματήσει να χτυπά.

Γλυκός Νοέμβρης, ταξιδιάρικος.

 

Μπόικου Θεοδώρα

Το λευκό άτι περίμενε με υπομονή τον αναβάτη του για να καλπάσουν στους χρυσάνεμους αγρούς. Η στολή του με τα χρώματα της βασιλείας του ηλίου πρόσδιδαν άρωμα κραταιών άριστων και τα σγουρά πορτοκαλένια μαλλιά του αγκάλιαζαν το λευκό πρόσωπό του. Στο ένα του χέρι κρατούσε κρασί και στο άλλο τον Ήλιο, γιατί μίκρυνε το φως του κι ήθελε χάδια. Οι ανέμελοι αναβάτες διέσχισαν τα πορτοκαλοχρυσά δάση κι όταν νύχτα πια ξαπόστεψαν, είδαν τις Πλειάδες να σεργιανούν στον ουρανό -παγερό αγέρι φιγούραρε στα πρόσωπά τους. Θυμήθηκαν τους σπόρους που τους φίλεψε ο πατέρας Χρόνος και μ’ ένα φύσημά τους σκορπίστηκαν στη Μάνα Γη. Το κρύο αντρείεψε κι οι τρεις τους ανέβηκαν στις Λεοντίδες τ’ Ουρανού για ν’ απολαύσουν νέκταρ και οίνο. «Καλώς όρισες, Νοέμβρη!» όλοι έλεγαν.

 

Νίκου Μαρία

Χειμερινοί κολυμβητές

Βοριάς.

Οι σκέψεις ομίχλη πυκνή.

Ποιος αντέχει στο κρύο,

ποιος στον δρόμο πλαγιάζει,

ποιος τη φλόγα στερείται, που ζεσταίνει τις καρδιές.

Πικρή βαρυχειμωνιά σκεπάζει τις ψυχές.

Κι ένα άγγιγμα μακριά, η φωτιά που καίει για ζωή.

Μια μέρα του Νοέμβρη η απόσταση.

Μια πρόωρη αλκυονίδα.

Ήλιος καυτός προβάλλει.

Τώρα τα μάτια των ανθρώπων θυμίζουν φώτα Χριστουγέννων.

Τώρα ανθίζουν σαν το Μάη τα λουλούδια των χειλιών.

Λαλούν τα στόματα λόγια ερωτικά.

Διψούν για ελευθερία τα σώματα.

Αναζητούν των χεριών τη θαλπωρή,

προτάσσουν τα στήθη τους στο κρύο,

αμύνονται δίχως ομπρέλα στη βροχή.

Τρέχουν με τα φρένα κομμένα σ’ έναν δρόμο με τ’ όνομα «Αναπνοή».

«Επιτέλους» ακούς να ψιθυρίζουν.

Κι ύστερα ανάσα βαθιά και βουτάνε.

Σαν χειμερινοί κολυμβητές.

Αψηφώντας τον καιρό, αψηφώντας τους καιρούς.

Όλα, γιατί ήρθες εσύ.

Καλώς όρισες, Νοέμβρη.

 

Χατζηχάννα Έλενα

Νοέμβρης μήνας. Άγουρη χειμωνιάτικη αύρα, δειλά απαλά πρωτοβρόχια και μια ανεπαίσθητη μυρωδιά βρεγμένου χώματος, ανακατεμένη με τον κρύο αέρα που χαϊδεύει το πρόσωπο. Βαθιές ανάσες δίνουν ζωή στα πνευμόνια, παγωμένη αύρα διαπερνά την ατμόσφαιρα, άρχισε να μυρίζει Χριστούγεννα. Φρεσκοπλυμένα μάλλινα ρούχα στέκουν ξανά περήφανα στην ντουλάπα και μια νοσταλγία για κείνο το μπεζ παλτό που σε συνόδευε σε κάθε ξεχωριστή έξοδο κάπου εκεί στα νιάτα. Χρόνια πάνε, χρόνια έρχονται. Νοέμβρης μήνας. Αρχή η τέλος; Γι’ άλλους αρχή, γι’ άλλους τέλος.

 

Χρυσοπούλου Βέτα

Καλώς όρισες, Νοέμβρη

Με τα χρυσαφένια φύλλα

Τα γλυκά σου κάστανα

Προάγγελε των Χριστουγέννων

Μας πιάνεις το χέρι απαλά

Και μας οδηγείς σε νύκτες

Λαμπερών αστεριών

Το κρύο μάς χτυπά την πόρτα

Ντύνομαι τώρα ζεστά

Με νοσταλγία αναζητώ

Τις ηλιόλουστες μέρες

Και καρτερώ με λαχτάρα

Τη ζεστασιά του σπιτιού

Το αναμμένο τζάκι

Η φλόγα ζεσταίνει τις καρδιές

Θαλπωρή γεμίζω

Αφήνομαι στη ζεστή σου αγκαλιά

Μήλα γεμίζω το καλάθι μου

Κάστανα έχω στην ποδιά μου

Ρόδια γέμισε το κατώφλι μου

 

 

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2021

Παγκόσμια Ημέρα Αυγού

 


«Η κότα κάνει το αυγό ή το αυγό την κότα;»: μια παροιμία με πολλά νοήματα που έχει και έναν τεράστιο φαύλο κύκλο.

«Η κότα με τα χρυσά αυγά»: για την κότα δεν με απασχολεί, τα χρυσά αυγά σίγουρα θα τα ήθελα.

Και στις δύο περιπτώσεις το αυγό είναι το πολυπόθητο αντικείμενο που όλοι μας θα θέλαμε να έχουμε. Ειδικά αφού στην πρώτη περίπτωση θα είχαμε να τρώμε αυγά και κότες να μας κάνουν καινούργια και στη δεύτερη θα είχαμε λύσει το οικονομικό πρόβλημά μας, αφού τα χρυσά αυγά θα πλήρωναν για όλα.

Σε κάθε περίπτωση προσωπικά θεωρώ τα αυγά ό,τι καλύτερο για τον οργανισμό σαν υπέρ τροφή, αφού είναι ένα τρόφιμο με υψηλής ποιότητας πρωτεΐνη και λίγες θερμίδες. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί διατροφολόγοι το συνιστούν σε καθημερινή βάση. Όμως το αυγό έχει κι άλλες ιδιότητες. Γνωρίζατε ότι πολλοί αγιογράφοι χρησιμοποιούν αυγό για να αναμιγνύουν τα χρώματά τους και με αυτό φτιάχνουν υπέροχες εικόνες που κοσμούν τις εκκλησίες μας; Κι όμως κάτι τόσο μικρό και απλό όπως το αυγό προσφέρει δύναμη και δημιουργία στον άνθρωπο. Γιατί με τα μικρά και τα απλά γίνονται τα ωραία στη ζωή.

Αλεξάνδρα Μπιτή

Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021

Οι δικές μας λεζάντες!

 



Βουρβουτσιώτου Μαρία

«Με κούρασε η πραγματικότητα. Πάω να διαβάσω...»

Γεωργοπούλου Χρύσα

«Προσωπικά ζητήματα, συζήτηση κομμένη.»

Ζαννίκου Μαρία

«If you don' t eat, i ll die!»

Ζερβού Χρυσούλα

«Κοίτα εγώ, αν μου επιτρέπεις,

δεν είμαι μόνο αυτό που βλέπεις.

Κι είναι φορές που αναρωτιέμαι

πώς καταφέρνω και κρατιέμαι.»

Καραγιάννη Ελένη

«Who is going to write about me?»

Κορδώνη Αρίστη

«But first coffee, please!»

Κοτσαύτη Γιώτα

«Τι εννοείς δεν υπάρχουν μονόκεροι;»

Μαγγανάρη Βάσω

«Από πού στρίβουν για τον Οκτώβρη, παρακαλώ;»

Μακαριάν Μαριάννα

«Pfff, I told you so…didn’t I?»

Μάνος Σπύρος

«No way!»

Μπιτή Αλεξάνδρα

«79,90; Τα κιλά μου φαίνονται σαν προσφορά προϊόντων…» 

Μπιτσάκου Τζωρτζίνα

«Like it or not, I' m the queen of the day darling!»

Μπόικου Θεοδώρα

«Λοιπόν, παιδιά, θα πιούμε καφέ μέσα ή έξω;»

Μπούρα Νένα

«Πού είναι ο δρόμος για τ' όνειρο;»

Νάνη Παρασκευή

«Αρκετά με θαυμάσατε και σήμερα... αποχωρώ!»

Νίκου Μαρία

«Σας τ’ ορκίζομαι, υπάρχω, που να μείνω χωρίς κέρατο. Βέβαια, τώρα που το σκέφτομαι, αν δεν μπορέσω να σας το αποδείξω, θα πρέπει ν’ αλλάξω όνομα! Ονειρευτείτε, ντε, τι σας ζήτησα;!»

Παναγοπούλου Χρύσα

«Πού ξανακούστηκε μονόκερως να πλένει πιάτα, ε;»

Ταμουρατζή Έλενα

«Τώρα που είμαι της μοδός με θυμηθήκατε όλοι;»

Χαραλαμποπούλου Φωτεινή

«Okeyyyy, who ate my corn?»

 

 

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2021

Ο Οκτώβρης κουβαλάει ένα καλάθι γεμάτο με…

 


Ανθίμου Μαρία

Οκτώβρη ρόδι και λωτός

Ο Οκτώβρης κουβαλάει καλάθι γεμάτο ρόδια, κυδώνια και λωτούς

Φρούτα του πάθους της Νέας Γενιάς

Κρατάει πυξίδα, ηλιαχτίδες να φανούν στο αγέρι που πνέει

Ο Οκτώβρης βαστάει το δέκα το καλό

Να παίξει στην τράπουλα τα πάθη του

Στου φθινοπώρου φορεσιά λωτοί και ρόδια το στολίζουν

Και σαν βλαστάρι βρεγμένης γης

Το γέλιο του αφήνει να παθιάσει τη βολή

Και το καλάθι ν’ ακουμπήσει σε μέρη Λωτοφάγων

Ταξίδι υποσχόμενο στη νέα Γη

να φέρει το Φθινόπωρό του με ρόδια γονιμότητας

με γέννημα αγάπης κι ελπίδας

 

Γκίνη Ελένη

Ο Οκτώβρης κουβαλάει ένα καλάθι γεμάτο με εκπλήξεις.

Σσσσς! Κάνε λίγη ησυχία και λίγη υπομονή.

Δες! Ένα δώρο, κι άλλο ένα.

«Μα, τι δώρο είναι;»

«Ό,τι θες εσύ είναι. Δες πόσα γλειφιτζούρια! Σαν από τα πανηγύρια μας! Θυμάσαι;»

«Μα, αφού δεν γίνονται πια πανηγύρια.»

«Δες, πόσα αναψυκτικά, σαν να έχουμε πάρτι!»

«Μα, πάρτι έχω σχεδόν ξεχάσει τι πάει να πει.»

«Άνοιξε το καλάθι σου, εκείνο που έχεις μέσα στο κεφάλι. Κι άσε να ξεπηδήσουν από μέσα οι πιο όμορφες εκπλήξεις. Πάρε με αγκαλιά κι έλα να δούμε την Ανατολή να σπέρνει φθινοπωρινή ελπίδα.»

«Τα βλέπω τα δώρα του Οκτώβρη τώρα.»

 

Κορδώνη Αρίστη

Οκτώβρης δίχως «μι»

Ο Οκτώβρης κουβαλάει ένα καλάθι γεμάτο με φως κι ελπίδες.

Δέκατος στους δώδεκα μα ποτέ δεν τον ένοιαζε η πρωτιά.

Τρέχει ανυπόμονος να φτάσει του ονείρου απάτητες κορφές.

Οι έντεκα τον φώναζαν άμυαλο και λίγο ονειροπόλο.

Οκτώβρης είναι, δίχως «μι» και

θα χορεύει σόλο.

 

Κοτσαύτη Γιώτα

Οι αέρηδες του Οκτώβρη

Ο Οκτώβρης κουβαλάει ένα καλάθι γεμάτο μ’ αέρηδες.

Θα φυσήξουν δυνατά.

Θα πάρουν μακριά τους φόβους.

Τα άγχη.

Τις ασχήμιες.

 

Μην απορείς.

Οι αέρηδες του Οκτώβρη κουβαλάνε μαζί τους κι αλήθειες.

 

Μη λυπηθείς.

Ο Οκτώβρης ξεπλένει τα ψέματα.

Μας οδηγεί σε μια καινούργια ζωή.

 

Μην αντισταθείς.

 

Μακαριάν Μαριάννα

Πέντε αισθήσεις

Ο Οκτώβρης κουβαλάει ένα καλάθι γεμάτο αρώματα, γεύσεις και πορφυρό χρώμα.

Στην αρχή τον καταλαβαίνεις από τα φύλλα που σκορπά τριγύρω, φτιάχνοντας μια πολύχρωμη μοκέτα.

Έπειτα από το άρωμά του, χαρτί, ζεστή σοκολάτα, καφές και βρεγμένο χώμα.

Ακολουθεί ο αέρας που ακούγεται καθώς γλιστρά μέσα από τα δέντρα κι η ανάσα της πόλης που γεμίζει τα πάντα υγρασία.

Αφήνει στα χείλη τη γεύση της βροχής και του ποπ κορν.

Του φιλιού που άνθισε κάτω από μια ομπρέλα.

Τέλος τον καταλαβαίνεις από τ’ άγγιγμα του ουρανού καθώς τα δάκρυά του βουλιάζουν κάτω απ’ τη γη τα άνθη να ξυπνήσουν.

 

Μπασούρης Κωνσταντίνος

Δέκατο παιδί

Κοντά είναι και ζυγώνει

του Χρόνου το δέκατο παιδί.

Σ’ ένα καλάθι έχει μαζεμένα

του Τρυγητή τα κίτρινα ξερόφυλλα.

Σπόρους κρατεί στα χέρια του

καρπό να δώσει η μάνα Γη

με της βροχής τις πρώτες στάλες.

Θα μαζέψει την άγουρη ελιά,

του χρυσαφένιου υγρού την πρώτη γεύση να γευτεί.

Κι όσο θα διαβαίνει, ολόγυρα θα σκορπά

του κυκλάμινου και του χρυσάνθεμου τις ευωδιές

κι ανέμελα θα τρέχει στους αγρούς

καταμεσής του φθινοπώρου

λίγο πριν το λιόγερμα

του Χρόνου το δέκατο παιδί.

 

Μπόικου Θεοδώρα

Ο Οκτώβρης ξυπνά με την πρώτη βροχή καθώς η Μάνα Γη την υποδέχεται με αγαλλίαση στη μήτρα της για να ριζώσουν οι σπόροι. Φοράει τρικό τρισδιάφορο, κοντό μανίκι στα αριστερά, ελαφρύ κόκκινο μάλλινακι στη μέση και στα δεξιά κίτρινο αδιάβροχο. Ικανός φιλοξενητής του Αυγούστου με πνοή καλοκαιριού, του Τρυγάρη με κούλουμες κληματαριές κι αυτός με τα Οκτωβριανά και τα οπωρικά του. Τινάζει τα δεντρόφυλλα και βόλι εκείνα πέφτουν, μα θάλλος κρύβουν στο χαλί τους. Στον κόρφο του έχει την ελληνική σημαία και με καμάρι την ανεμίζει με το άριστο δέκα. Το καλάθι του φέρει σπόρους, βροχή, Αύγουστους, έναν άσσο κι έναν Ήλιο!

 

Πολυκανδριώτη Αστερόπη

Ο Οκτώβρης κουβαλάει

ένα καλάθι με καλούδια.

Έχει σταφύλια, πολλά φύλλα,

μα δεν έχει καν λουλούδια.

 

Στο καλάθι του χωράει

μια σταλίτσα από βροχή,

γαλοτσάκια και βιβλία

που ‘χουν μέσα προσευχή.

 

Είναι η προσευχή του ανέμου

που γλίστρησε απ’ το καλάθι.

Κυρά-δασκάλα μη μαλώνεις

τα ορθογραφικά τα λάθη.

 

Δεν μπαίνει «μ» στον Οκτώβρη,

από παιδιά το ‘χουμε μάθει.

Όμως μπορούμε να δεχτούμε

ένα φθινοπωρινό καλάθι.

 

Διεύθυνση δεν έχει

ο Οκτώβρης να το στείλει,

το Πρωτοβρόχι θα το δώσει

τυλιγμένο με μαντίλι.

 

 

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2021

Πρώτη μέρα στο σχολείο

 


Ζήλευα. Ζήλευα τις αδερφές μου. Πήγαιναν σχολείο κι εγώ μόνη στο σπίτι. Μεγάλος καημός!

Τιτιβίζανε φεύγοντας και φλυαρούσαν επιστρέφοντας με ιστορίες του σχολείου. Κι εγώ ρουφούσα και...ξαναζήλευα.

Την πρώτη μέρα στο Δημοτικό πήρα τσάντα, τετράδια, μολύβια, μπογιές, ζωγραφική και, μες στην καλή χαρά, καμαρωτή, πήγα στο μαγικό σχολείο. Χοροπηδώντας. Επιτέλους. Θα εξισωνόμουν με τους μαθητές!

Ο αγιασμός μαγεία! Έψελνα κι εγώ με τον παπά. Πρώτη βγήκα να με αγιάσει. Κατασυγκινημένη και χαμογελαστή.

Ο δάσκαλος μάς καλωσόρισε στην τάξη με ευγένεια και προσοχή. Εγώ στο πρώτο θρανίο. Μην τυχόν και χάσω κάτι απ’ όσα θα μας πει.

«Θέλει κάποιος να ρωτήσει οτιδήποτε;» τον ακούμε κάποια στιγμή.

«Εγώ, κύριε…» λέω, σηκώνοντας το χέρι.

«Ορίστε, ρώτα μας ό,τι θέλεις, Δήμητρα.»

«Ποιος έφτιαξε τη γη, κύριε;»

«Ο Θεός, Δήμητρα» μου απαντάει.

«Και τον Θεό;» Η φυσική ερώτηση όλων των παιδιών, κάποια στιγμή στην πορεία τους.

«Μα ποιος ξέρει περισσότερα;» η απάντηση.

Ήταν το πρώτο, το ουσιαστικότερο και το πιο πλήρες μάθημα, που πήρα σε όλη τη ζωή μου, μέχρι τώρα: «ΔΕΝ ΞΕΡΩ». Τότε, απλώς τον κοίταξα απορημένη. Το κουδούνι χτύπησε σχόλασμα. Σ’ ευχαριστώ, κύριε Μπάμπη, πρώτε κι αγαπημένε δάσκαλε, όπου και να ‘σαι!

Δήμητρα Γκιντίδου

Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

Αντίο, καλοκαίρι!

 


Ανθίμου Μαρία

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου

Την ευχή μου νόμισμα στη Fontana di Trevi

Το μεθύσι του Αυγούστου με κρασί από τα φιλιά σου

Την πανσέληνο στον ουρανό που δεν άδειαζαν τ’ άστρα

Τις βόλτες αυτές τις μαγικές, σε κάθε σοκάκι

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου τα γέλια μας τα δυνατά,

Αφήνω πίσω μου τις γεύσεις από Ελλάδα

Ουζάκι, θάλασσα, αγκαλιές, τις μέρες που δεν τολμούσαν να νυχτώσουν

Την εκδρομή στο ποταμό, τον δοξασμένο Πηνειό!

Τον Πλαταμώνα, το Λιτόχωρο, την πίτα της Γεωργίτσας…

Αυτό το καλοκαίρι πέταξα, φτερά σε γης γωνίες

Αφήνω πίσω μου σκιά τον άλλο εαυτό μου  

Να βρω τα ίχνη να στραφώ, στους μήνες που θα μπούνε

 

Γιανναδάκη Μαρία

Αυτό το Καλοκαίρι αφήνω πίσω μου σκέψεις,

προβληματισμούς, αγανάκτηση, ανησυχία, φόβους.

Αφήνω πίσω μου αισθήματα εγκλωβισμού

σε μια πραγματικότητα εξωπραγματική.

Μια πραγματικότητα αμφίβολη.

 

Αυτό το Καλοκαίρι αφήνω πίσω μου ελπίδες,

όνειρα, προσδοκίες για ανέμελες στιγμές.

Αφήνω πίσω μια προσμονή που κάθεται

πεισματικά στον ώμο.

Την προσμονή της αλλαγής!

 

Αυτό το Καλοκαίρι αφήνω πίσω μου ακόμη μια φορά

αισθήματα έλλειψης, ανθρώπων, ξένοιαστων καιρών.

Αφήνω αναστεναγμούς που βγήκαν κοιτώντας

πορτοκαλιά ηλιοβασιλέματα.

Ίδια ηλιοβασιλέματα, μάτια διαφορετικά.

 

Αυτό το Καλοκαίρι αφήνω πίσω μου απαγορεύσεις

ξενοιασιάς, ανθρώπινης επαφής.

Το Καλοκαίρι αυτό, το αφήνω να φύγει.

Παράξενο Καλοκαίρι.

Καλοκαίρι ψυχρό.

 

Γιώτη Σταυρούλα

Ίχνη λευκά

Αυτό το καλοκαίρι

αφήνω πίσω μου

βότσαλα ίχνη λευκά

να μαζέψουν το φως

να μαζέψουν τους ήχους μας.

Για να βρω ξανά

αυτό το φως

τους ίδιους ήχους

στ’ αγαπημένο ακρογιάλι

το νέο καλοκαίρι.

 

Ιακώβου Σοφία

Αφήνω πίσω μου ένα τραγούδι να τριγυρνάει γύρω από μια βιολετί κρεμαστή γλαστρούλα στο απέναντι μπαλκόνι. Ένα πρωινό ήταν η θέα μου.

Αφήνω τεμπέλικα πρωινά στο κρεβάτι με σβηστά ξυπνητήρια και αναμμένα όνειρα.

Αφήνω στοίβες χαρτούρα, πεταμένα όνειρα για ένα μέλλον ανθηρό ή «βέβαιο».

Αφήνω ανάγκες αχρείαστες ή ψεύτικες εικόνες προσώπων.

Αφήνω αυτούς που κοίταξαν μα δεν είδαν.

Αφήνω το κορίτσι στη Θεσσαλονίκη ίδια εγώ να ζητά ελεημοσύνη με ένα τεταμένο χέρι και μια τρύπια καρδιά.

Τέλος αφήνω εμένα να υπάρχω και να ζω όπως θέλω.

Αυτή η τελευταία άφεσή μου ας γίνει δέσμευση για όλες τις εποχές του χρόνου.

 

Κοντόγιαννου Ζωή

Υπόσχεση

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου χαμόγελα που θα κλείσω πολύ βαθιά στην ψυχή μου

Αφήνω ηλιοβασιλέματα που χρωμάτισαν τα σκοτάδια μου

Αφήνω ανατολές που φώτισαν τα πρωινά μου

Αφήνω ένα παραμύθι, νεράιδες κι αγγέλους να μου ανοίγουν δρόμους φωτεινούς

Αφήνω την καρδιά μου σε όλες τις μελωδίες της μοναξιάς μου

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου ό,τι πιο όμορφο έζησα

με την υπόσχεση πως θα μείνει για πάντα στην καρδιά μου...

 

Κοτσαύτη Γιώτα

Απόφαση

Αυτό το Καλοκαίρι αφήνω πίσω μου

τις ψευδαισθήσεις.

Ανασκουμπώνομαι.

Σηκώνω τα μανίκια.

Και συνεχίζω…

 

Μακαριάν Μαριάννα

Τέλος εποχής

Κύματα σκάνε στην αμμουδιά

Ο ήλιος δεν καίει όπως πρώτα

Τα κάστρα στέκουν μόνα τους με τα κοχύλια μοναχικούς βασιλιάδες στην κορφή τους

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου

Κάτι από έμενα, από τις εικόνες που αντίκρισα, κάτι από τα γέλια που χάρισα

Μαυρισμένες επιδερμίδες σκέψεων που ξάπλωναν στις ξαπλώστρες του μυαλού μου

Παίρνω μαζί μου τις νεογέννητες ιδέες που μου χάρισαν τ’ αστέρια, τα νέα όνειρα που τρύπωσαν μέσα μου

Και με θυμηδία κοιτάζω εκείνα που η θάλασσα κράτησε στον βυθό της.

 

Μπασούρης Κωνσταντίνος

Θ-έρως

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου

Σκέψεις σκοτεινές

Που οι ακτίνες του ήλιου δεν κατάφεραν να φτάσουν,

Που δεν κατάφερε το κύμα να ξεπλύνει.

Σκέψεις που έφεραν φόβο

Για ένα αύριο αβέβαιο,

Που δεν έφτασε ακόμα

Και το σήμερα που είναι εδώ

Δεν μ’ άφησαν να το χαρώ,

Να το απολαύσω, να το ζήσω.

Αφήνω πίσω και μια καρδιά

Που ζωγράφισα στην άμμο

Με κάτι ξερόκλαδα παρατημένα

Και υποσχέσεις.

Το κύμα θα ‘χει πάρει, ως τώρα, την καρδιά

Ο θερισμός τις σκέψεις

Μ’ άσβεστη εντός θα μένει

Η φλόγα που θα θυμίζει

Πως μια καινούργια μέρα ξημερώνει.

 

Μπιτή Αλεξάνδρα

Ούριος άνεμος

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου τον παλιό μου εαυτό. Αυτόν που με έβαλε σε μια φυλακή κι εγώ νόμιζα πως βρισκόμουν σε όαση. Αυτόν που μου είχε κλείσει τα μάτια και με έκανε να περπατώ με μπαστούνι τυφλών. Σε αυτό το καλοκαίρι που αφήνω πίσω μου είμαι ευγνώμων γιατί φύσηξε ούριος άνεμος, γιατί μου έδωσε δύναμη ψυχής, σοφία μυαλού να ζω όμορφα, απλά, με αγάπη. Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου ό,τι με έριξε στο έδαφος. Παίρνω τα φτερά μου, το αποχαιρετώ και, με στήριξη τον αέρα του φθινοπώρου, προχωρώ μπροστά.

 

Μπόικου Θεοδώρα

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου τους λαίμαργους συντρόφους μου που έφαγαν τα βόδια του Ήλιου, αφήνω τον άγριο Κύκλωπα Πολύφημο που ήθελε να με καταβροχθίσει κι ευχαριστώ τα πρόβατα που με τη μαλλιαρή κοιλιά τους με σκέπασαν και τράβηξα την οδό της ελευθερίας, αφήνω πίσω τη μάγισσα Κίρκη και τα κόλπα της στην Άσπρη Άμμο, αφήνω πίσω τα γλυκοτράγουδα των Σειρήνων κι αφήνομαι στα φιλόξενα χέρια της Ναυσικάς και στο πλοίο της που με ζυγώνει στην Ιθάκη μου. Και τότε χαμογελάω από ευχαρίστηση και προσμονή. Την Άνοιξη σου αν δεν τη βρεις πρέπει να τη φτιάξεις!


Νάνη Παρασκευή

Αυτό το καλοκαίρι

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου

Σημάδια αλλιώτικα

Παραπονεμένους αέρηδες σε γυμνά βουνά

Φοβισμένες βουτιές σε ταραγμένα νερά

Θορυβώδη ησυχία τα μεσημέρια

Κι ακόμα

Ανάσες αλμυρές

Στιγμές άφαντες

Σκέψεις-σκιές

Που αθόρυβα περάσανε στο χτες

Μα εγώ θα περπατώ

Με μια γεύση καρπουζιού στα χείλη

Χαμογελώντας στο άλλο καλοκαίρι.

 

Πάρα Ελένη

Αυτό το καλοκαίρι αφήνω πίσω μου

Τις πέτρες στην άκρη του φλοίσβου

Όταν ο ήλιος έδυε πάνω τους να τις χαϊδεύει

Αφήνω πίσω μου τους γρύλους στη νύχτα του Ιούλη

Μόνους κι ανυπόμονους.

Ένα ασημένιο φως παράξενο

Στην άγνοια του φεγγαριού του

Αφήνω τον ήχο του καραβιού

Τα μεσάνυχτα να πλησιάζει το λιμάνι.

Τις σκουριασμένες πόρτες στο νησί

Νικημένες από τον υγρό αέρα.

Το παιδί που τρέχει στην πλατεία

Που πέφτει

κι όταν σηκώνεται, η επόμενη αυλαία ανοίγει.

Δεν υπάρχει Ιούλιος

Δεν υπάρχει Αύγουστος

Μόνον εκείνη η αέναη σκηνή που ξεκινάει μπρος τα μάτια του παιδιού.

 

Μεγάλη Πέμπτη (τρίστιχα)

  Γιαμουρίδου Κική Μυστικός Δείπνος Αγκάθινο στεφάνι Κόκκινα αυγά   Γκιντίδου Δήμητρα Σκύβεις στα πόδια ευλαβικά τα πλένεις ...