Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

ΚορονοΠάσχα Νο2

 


Δρακουλάκη Μαρίλλιαν

Το Πάσχα, κορονοΠάσχα ή μη, καθόρισε την στάση μου απέναντι στη Ζωή. Ξεκινούσε με την απροσδιόριστη συγκίνηση που μου προκαλούσε ο Ύμνος προς την Υπέρμαχο στους τελευταίους χαιρετισμούς. Δεν καταλάβαινα, σαν παιδάκι, τι έλεγε, μα μου έφερνε δάκρυα.

Αργότερα, που άρχισα να καταλαβαίνω πάλι και μέχρι σήμερα, κλαίω σαν το ακούω… Όταν με πήγαν στον κινηματογράφο να δω για πρώτη φορά τα Πάθη ενός Ανθρώπου, φούντωσε ο «επαναστάτης» μέσα μου. Το παιδικό μου μυαλό δεν καταλάβαινε πως είναι δυνατόν να σταυρώσουν έναν τόσο καλό άνθρωπο όλοι αυτοί οι «κακοί'». Τότε μίσησα τους κακούς, ασχέτως καταγωγής, διαπαντός. Όταν πολύ αργότερα διάβασα πόσοι άνθρωποι στην Υφήλιο δολοφονήθηκαν προκειμένου να ενστερνιστούν τον Χριστιανισμό ξαναθύμωσα διότι δεν είναι αυτό που μας ζήτησε ο Θεάνθρωπος. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν...» είπε. Το κορονοΠάσχα δεν μου στέρησε τίποτε άλλο παρά την απουσία αγκαλιάς με τους αγαπημένους μου. Αυτήν τη ζεστασιά πάνω από ένα πιάτο σούπα και την Ανάσταση, γύρω από ένα χαρούμενο, ήρεμο τραπέζι που πλημμυρίζει από Χαρά, Αισιοδοξία, Πίστη, Αγάπη κι Ελπίδα!

Καραμάνος Άγγελος

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

Περίμενα να ’ρθει ο νονός και ήρθε πάλι ο κορονοϊός. Είχαν ήδη αρχίσει τις προετοιμασίες στο σπίτι και τα τραπέζια στολίζονταν από αυγοθήκες και πολύχρωμα παπάκια, λαγούς και άλλα ζώα εν όψει της πασχαλινής περιόδου. Έκοβα σε κομμάτια μια μάσκα και τη φορούσα περίτεχνα στα διακοσμητικά -ένα απόγευμα, που οι γονείς μου έλειπαν από το σπίτι. Δεν είχα συναντήσει τον νονό πολλά χρόνια, μια κι είχε μετακομίσει μακριά από την επαρχιακή πόλη. Ανταλλάξαμε, λοιπόν, μηνύματα κι ανακοίνωσε πως θα συναντηθούμε φέτος.

Βέβαια, οι ειδήσεις με τα πρόστιμα, τα οποία επιβάλλονταν σε όσους θέλησαν να περάσουν μάταια τα διόδια, πρόλαβαν την άφιξή του. Χωρίς καμία προσδοκία για τον ερχομό του, τώρα ξάπλωσα και τα μάτια άρχισαν να κλείνουν.

Όταν ήμουν μικρότερος, είχα μεγάλη φαντασία για τις δυνάμεις του νονού.

Θα μπορούσε να κάνει πεζοπορία για μέρες, ακολουθώντας τα λιγότερο συνηθισμένα μονοπάτια με αρκετές αποσκευές στους ώμους και στήνοντας σκηνές στην άγρια φύση μέχρι να φτάσει στο σημείο που θα βρεθούμε.

Ιδανικά θα περνούσε μ’ ένα ιδιωτικό τζετ γύρω από τη γέφυρα κι έχοντας επιλέξει τη λειτουργία του αυτόματου πιλότου, θα αποσυρόταν από το κάθισμα και θα προσγειωνόταν με αλεξίπτωτο στο σημείο συνάντησής μας.

Ίσως να μην τα καταφέρει, όμως σύντομα θα ιδωθούμε πάλι, το υπογράφω.

Λύχνου Πέπη

Η θεία Αρτεμισία είχε σε μεγάλη εκτίμηση τον ασβέστη, ειδικά τη Μεγαλοβδομάδα. Έφτιαχνε το μείγμα στη λάτα* με τέχνη. Πέντε έξι χούφτες ασβέστη, κρύο νεράκι, καλό ανακάτεμα κι ασβέστωνε με σειρά, κουζίνα, τοίχους μέσα–έξω, σκαλοπάτια, πεζούλια. Με μια βούρτσα για τις μεγάλες επιφάνειες και μια μικρότερη για τους αρμούς στα πλατύσκαλα. Μετά έπιανε τις λάτες με τους βασιλικούς, τα γεράνια και τα μυρωδικά και τέλειωνε με τον κορμό της λεμονιάς. «Σκοτώνει τα ζιζάνια, τις αρρώστιες…»

Μεγάλωσε η θεία και τα πόδια της δεν τη βαστούν. Βάφτηκαν οι τοίχοι με πλαστικό, ντύθηκαν τα πλατύσκαλα με επένδυση πέτρα κι ο τενεκές με τον ασβέστη ξέμεινε στην παλιά αποθήκη.

Κι ήρθε ο κορονοϊός έναν χρόνο τώρα, δεύτερο Πάσχα. Κλειστήκαμε και τακτοποιήσαμε το σπίτι, αδειάσαμε ντουλάπες, πλύναμε, φρεσκάραμε. Περάσαμε στις αυλές, τους κήπους, την αποθήκη με τη λάτα του ασβέστη.

«Τι λες, θεία, να βάψω με ασβέστη τα πεζούλια στον κήπο, όπως παλιά;»

«Και τα πεζούλια και τα σκαλιά και τη ροδακινιά που την ταλαιπωρεί η μελίγκρα και πετάτε κάθε χρόνο τα μισά… Και μην ξεχάσεις το κατώφλι του σπιτιού… για υγεία, να μην μπορεί να μπει κι αυτή η παλιοαρρώστια που λένε οι τηλεοράσεις πως αφανίζει τους ανθρώπους από γης…»

*τενεκές<ιταλ. latta

Νίκου Μαρία

Ένα Πάσχα, όπως παλιά

Μεγάλη Τετάρτη βράδυ καθόμαστε γύρω από το τραπέζι και τυλίγαμε τ’ αβγά σε κάλτσες με κρεμμυδότσουφλα, άνηθο και μαϊντανό. Τι κι αν η γιαγιά Μαρία μάς επανέφερε στην τάξη: «Είναι μέρες κατάνυξης κορίτσια, να είστε συνετές και φρόνιμες», εμείς εκεί, να παίζουμε και να γελάμε. Θαρρείς αυτή κρατιόταν. Ακόμα τη θυμάμαι να κρυφογελά. Το επόμενο ξημέρωμα έβραζε η μαμά τ’ αβγά στη βαφή κι έβγαιναν ένα σωρό σχέδια. Εμείς τα χαζεύαμε, λέγαμε με τι μοιάζει το καθένα. Φυσικά, μαλώναμε ποια θα πρωτοδιαλέξει το πιο γερό για την Ανάσταση, όπως συμβαίνει σε κάθε αδερφική σχέση που σέβεται τον εαυτό της. Τώρα αν το Μεγάλο Σάββατο έχανε η μια από την άλλη, εκεί θέση έπαιρναν πιο ισχυρά μέσα, ο ειρηνοποιός μπαμπάς: «Μη στεναχωριέστε, μικρές μου, θα πείσουμε τη μαμά να τσουγκρίσουμε όλα τ’ αβγά μέχρι να κερδίσετε κι οι δυο!»

Κάπως έτσι πέρασαν τα χρόνια, αλλά οι μικρές -που μεγάλωσαν- κράτησαν έθιμα και συνήθειες. Τι κι αν το πρώτο Πάσχα χωρίς τη γιαγιά ο κορονοϊός πάλεψε να μας χαλάσει τη συμφωνία, εμείς επιστρέψαμε πιο δυνατές. Φέτος θα μαλώνουμε πάλι για το πιο γερό αβγό, μπλεγμένες σε μαμαδίστικες μυρωδιές και μπαμπαδίστικα πειράγματα, με μόνη διαφορά αυτό το νέο συναίσθημα… Απεριόριστη ευγνωμοσύνη!

Ρουσουνέλου Δήμητρα

Μεγάλη Παρασκευή κι ετοιμαζόμαστε να πάμε στην εκκλησία για να γίνει η περιφορά του επιταφίου.

Κάποιες γυναίκες το έχουν έθιμο και στρώνουν χαλιά στον δρόμο μπροστά από το σπίτι τους για να περάσει από πάνω ο επιτάφιος. Εμείς, και σχεδόν όλο το χωριό, ακολουθούμε από πίσω με αναμμένα τα κεράκια μας.

Σάββατο βράδυ.

Ετοιμαζόμαστε και φοράμε τα καλά μας για να πάμε στην Ανάσταση.

Όσο πιο πολύς κόσμος, τόσο πιο πολύ χαίρομαι.

Όταν ο Παπάς λέει ότι ο Χριστός αναστήθηκε, μια χαρά πλημμυρίζει τις καρδιές μας, φιλιόμαστε κι αγκαλιαζόσαστε και γελάμε με την ψυχή μας.

Γυρνάμε για να φάμε την μαγειρίτσα που έφτιαξε η θεία Κικίτσα το μεσημέρι. Η σπεσιαλιτέ της.

Οι νεότεροι της οικογένειας, μετά το φαγητό, βγαίνουν για ποτό στα μπαράκια της περιοχής και συνήθως γυρνάνε το χάραμα.

Κυριακή του Πάσχα.

Ο πατέρας ψήνει το αρνί και προσπαθεί να μας ξυπνήσει νωρίς για να «μάθουμε κι εμείς».

Στρώνουμε το καλό τραπεζομάντηλο στο μεγάλο τραπέζι και πολλές φορές, εάν δεν χωράει, προσθέτουμε και δεύτερο.

Στρώνουμε τα πιάτα και δίπλα τους τα ποτήρια για κρασί.

Πηγαίνω στον πατέρα και μου δίνει «κλεφτά» λίγη ξεροψημένη πέτσα από το αρνάκι ενώ το χοντρό αλάτι κάνει κρατσα κρουτσα στο στόμα μου.

Στο ηχοσύστημα έχουμε βάλει δημοτικά τραγούδια και στο κέντρο του τραπεζιού τοποθετώ το μπολ με τα κόκκινα αυγά.

Όταν πια δεν θα αντέχουμε για άλλο φαγητό, θα παίξουμε με τ’ αυγά.

Κάποιοι λαίμαργοι θα το καθαρίσουν και θα το φάνε κι αυτό.

Και μετά γλυκό... Παρόλο που έχουμε σκάσει.

Κι ήρθε η ώρα του χορού. Όλοι γινόμαστε ένας κύκλος και χορεύουμε. Και διασκεδάζουμε. Και γελάμε. Κάνουμε στην άκρη τα τραπέζια για να έχουμε περισσότερο χώρο…

Κάποιος μου πατάει το πόδι και ξυπνάω.

Όνειρο ήταν; Όχι.

Ανάμνηση ήταν στον ύπνο μου.

Δεύτερο Πάσχα που δεν πάω στο χωριό.

Κορονοπάσχα Νο2.

Ο καθένας στο σπίτι του. Μάσκα. Αντισηπτικό κι αποστάσεις.

Κι όπως άκουσα από μια γειτόνισσα «Εβδομάδα είναι, θα περάσει...»

Χρυσοπούλου Βέτα

Είναι η δεύτερη χρονιά που ζούμε με τις απαγορεύσεις εξαιτίας της πανδημίας. Αλήθεια πότε πέρασε τόσος καιρός; Είναι η δεύτερη χρονιά που δεν κατέβηκα στην Καλαμάτα. Τέτοια εποχή γιορτάζαμε όλοι μαζί το Πάσχα στη φύση, ανάμεσα σε ανθισμένες αμυγδαλιές, τριανταφυλλιές και κάθε είδους φυτά. Η φύση στο μεγαλείο της, ανθισμένη και χαρούμενη, ντυμένη στα γιορτινά της! Η σκέψη μου έμεινε στις αναμνήσεις των χρόνων που ήμουν εκεί. Σαν να μη μεσολάβησαν αυτά της απαγόρευσης. Στο στρωμένο τραπέζι με το κατσίκι και τις κάθε λογής λιχουδιές, ανάμεσα στους καλεσμένους που γιόρταζαν τσουγκρίζοντας ποτήρια την Ανάσταση.

Εύχομαι σύντομα να ξαναζήσουμε αυτές τις υπέροχες στιγμές αγκαλιά με τους αγαπημένους μας γιατί η ανθρώπινη επαφή είναι ο πλούτος της ζωής.

Καλό Πάσχα με υγεία κι αισιοδοξία!

Ψυχομάνη Βάσω

Αγάπη εναντίον κορονοϊού

«Δεν φοράς μάσκα, πας και πέφτεις και πάνω μου!»

Η αγανακτισμένη κυρία φώναξε στον περαστικό κι έκανε ελιγμό να τον αποφύγει. Φορούσε διπλή μάσκα μιας χρήσης, ενώ ο κύριος μία κατεβασμένη στο σαγόνι. Την κοίταξε με απορία και προχώρησε παρακάτω. Δύο άνθρωποι άγνωστοι απέκτησαν διαφορές και αρνητικά συναισθήματα ο ένας για τον άλλον πριν γνωριστούν.

Η κόρη της κυρίας Κατερίνας ήταν καλεσμένη την Κυριακή του Πάσχα στα πεθερικά της, όπου θα γνωρίζονταν για πρώτη φορά οι δύο οικογένειες κι η μητέρα της θα έβλεπε τον μελλοντικό της γαμπρό.

Προέβαλε ισχυρή αντίσταση γιατί φοβόταν τον συνωστισμό μετά την εμπειρία της με τον τρελό του δρόμου. Όμως υποσχέθηκε στην κόρη της ότι θα προσπαθήσει.

Ξεκίνησαν νωρίς με το αυτοκίνητο για ν’ απολαύσουν την ημέρα. Μοναδική προϋπόθεση ήταν η χρήση μάσκας όταν θα έμπαιναν στο σπίτι.

Πριν χτυπήσουν το κουδούνι, οι γυναίκες ανέβασαν τις μάσκες. Ο άντρας περίμενε εδώ κι ένα τέταρτο πίσω από την πόρτα. Άνοιξε αμέσως μ’ ένα χαμόγελο μέχρι τ' αυτιά. Είχε ξεχάσει τη μάσκα του από την αγωνία και την προσμονή.

Η κυρία Κατερίνα σάστισε... Λίγα δευτερόλεπτα πέρασαν και συνειδητοποίησε ποιος ήταν ο αναιδής, απρόσεκτος νεαρός.

Η αγάπη για την κόρη της επρόκειτο να τους ενώσει και να νικήσει ακόμα και τον κορονοϊό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για τις μαμάδες της καρδιάς

  Γιαμουρίδου Κική Η λέξη «μητέρα» δεν αφορά μόνο τις γυναίκες που γεννούν ένα παιδί. Με το σπαθί τους χαρακτηρίζονται μανούλες κι εκείνες...