Αργυροπούλου
Βασιλεία
Ρούφους το ελεφαντάκι
Μια φορά και έναν καιρό,
κοντά σε ένα ποτάμι που κυλούσε στην άκρη μιας ζούγκλας, ζούσε ο Ρούφους το
ελεφαντάκι με την οικογένειά του, τη μητέρα του και τα αδέρφια του. Πού τον
έβρισκες, πού τον έχανες ο Ρούφους μαζί με τα αδέρφια του κυλούσε μέσα
στις λάσπες στην όχθη του ποταμού και γέμιζε την προβοσκίδα του με νερό για να
τα βρέχει και να ξεκαρδίζεται στα γέλια. Ήταν ο πιο σκανταλιάρης και ο πιο
περίεργος από όλους. Πολλές φορές ξέφευγε από την ομάδα και έμπαινε μέσα στη
ζούγκλα για εξερεύνηση. Πάντα όμως γύριζε πριν βραδιάσει. Ένα δειλινό όμως δεν
γύρισε. Όλοι ανησύχησαν και άρχισαν να τον ψάχνουν.
«Ρούφους Ρούφους»
φώναζε η μητέρα του. Πουθενά το ζωηρό μικρό.
Κανένας δεν έκλεισε
μάτι εκείνο το βράδυ. Το ελεφαντάκι κινδύνευε μακριά από την οικογένειά του.
Ο Ρούφους όμως, όταν
κατάλαβε πως νύκτωνε, ήταν ήδη χωμένος βαθιά μέσα στη ζούγκλα. Προσπαθούσε από
το πρωί να ανακαλύψει από που άρχιζε το ποτάμι και έτσι ξέχασε να γυρίσει στην
ώρα του. Εκεί που προσπαθούσε να βρει τον δρόμο να γυρίσει πίσω, άκουσε τους
ήχους της ζούγκλας, φοβήθηκε και στάθηκε κρυμμένος πίσω από μία τεράστια φτέρη.
Ευτυχώς οι «ήχοι» της ζούγκλας ήταν μία κουκουβάγια που μόλις είχε βγει από τη
φωλιά της για να βρει φαγητό. Βλέποντας το ελεφαντάκι που έτρεμε από τον φόβο
του σκέφτηκε να το βοηθήσει. Πέταξε δίπλα του και το οδήγησε πίσω στην οικογένειά
του. Ο Ρούφους από εκείνη τη στιγμή αποφάσισε να σταματήσει τις βόλτες μέσα στη
ζούγκλα. Και έζησε εκείνος καλά και οι άλλοι καλύτερα.
Καραχλέ
Μαρίνα
Ο γιγαντοελέφαντας
Μια φορά κι έναν καιρό
ζούσε σ’ ένα μέρος μαγικό ένας ελέφαντας. Ήταν τεράστιος, με μια πελώρια
προβοσκίδα και δόντια τόσο μεγάλα που όλοι οι υπόλοιποι ελέφαντες έτρεμαν από
τον φόβο τους. Κάθε φορά που τον συναντούσαν, έτρεχαν να κρυφτούν. Κι
έμενε μόνος του. Στεναχωριόταν πολύ που δεν είχε έναν φίλο, να παίξει μαζί του
και να μοιραστεί τα όνειρά του. «Μα δεν θέλω να κάνω κακό, εγώ τους αγαπώ!
Γιατί με φοβούνται;» σκεφτόταν ένα βράδυ, που δεν μπορούσε να κοιμηθεί.
Κοιτούσε τ’ αμέτρητα αστέρια στον ουρανό και τα δάκρυά του έτρεχαν ασταμάτητα.
Ξαφνικά άκουσε έναν
περίεργο θόρυβο. Σαν πατημασιές ανθρώπων… Κι εκείνος ο γνώριμος ήχος του
οπλίσματος, που είχε πληγώσει τον πατέρα του πριν χρόνια. Χωρίς δεύτερη σκέψη
και με μια μεγάλη δρασκελιά, εμφανίστηκε αγριεμένος μπροστά στους κυνηγούς. Με
μια γρήγορη κίνηση της προβοσκίδας του τους τύλιξε όλους μαζί μέσα σ’ αυτή.
Τους ταρακουνούσε για ώρα. Εκείνοι, ζαλισμένοι και τρομοκρατημένοι καθώς ήταν,
πέταξαν τα όπλα τους και τον παρακαλούσαν να τους ελευθερώσει. Τότε ο γιγαντοελέφαντας
πήγε προς το ποτάμι και τους έριξε όλους μέσα.
Οι υπόλοιποι ελέφαντες,
που παρακολουθούσαν τόση ώρα με κομμένη την ανάσα, άρχισαν να τον χειροκροτούν
και να τον ευχαριστούν. Χόρευαν τριγύρω του κι όπως έστρεψε το κεφάλι του στον
ουρανό, του φάνηκε πως ένα αστέρι του έκλεισε το μάτι και του γλυκοχαμογέλασε.
Δεν θα ήταν ξανά μόνος του κι έτσι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!
Κοτσαύτη
Γιώτα
Ένα ελεφαντάκι στο
κεφάλι μου
«Μια φορά κι έναν καιρό
ζούσε ένα ελεφαντάκι που ήθελε ν’ αλλάξει τον κόσμο…»
«Ε, κυρία, κυρία, μ’ ακούς;»
«Μα… ποιος μιλάει;»
«Εγώ, το ελεφαντάκι.»
«Ποιο ελεφαντάκι;»
«Αυτό που θέλει ν’ αλλάξει
τον κόσμο, ντε!»
Η συγγραφέας τσίμπησε το
χέρι της. Όχι, δεν έβλεπε όνειρο.
«Σε παρακαλώ, θα πεις την
ιστορία μου;»
«Πού είσαι; Γιατί δεν σε
βλέπω;»
«Είμαι μέσα στο μυαλό σου.
Τρύπωσα εκεί για να μπορέσω να σου μιλήσω.»
«Μα… πώς; Και γιατί;»
«Μεταμορφώθηκα σε σκέψη.
Γιατί δεν θέλω να γίνω ένα ακόμα παραμύθι, θέλω να γράψεις την αλήθεια.»
Η συγγραφέας έμεινε για
λίγο σκεπτική. Ήξερε πολύ καλά ότι με τη φαντασία και τη δύναμη της θέλησης πας
παντού.
«Ωραία, λοιπόν. Πες μου.
Τι θέλεις να γράψω;»
«Το είδος μας όλο και λιγοστεύει.
Μας κυνηγάνε. Μας αρπάζουν Μας σκοτώνουν. Θα γίνεις η φωνή μας;»
Η συγγραφέας πήγε κάτι να
πει, ότι γίνεται πόλεμος, ότι άνθρωποι υποφέρουν καθημερινά. Παιδιά πεθαίνουν από
πείνα κι από αρρώστιες. Κακοποιούνται και βασανίζονται. Μα το μετάνιωσε. Άλλωστε
ο πόνος δεν είναι ίδιος για όλα τα πλάσματα τούτου του κόσμου;
Κι έτσι έγραψε.
Και μπορεί το ελεφαντάκι
να μην κατάφερε ν’ αλλάξει ακόμα τον κόσμο, όμως ίσως μπόρεσε να τρυπώσει στο μυαλό
κι άλλων συγγραφέων…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου